Δευτέρα 1 Απριλίου 2013

Ακάλυπτη Επιταγή


Με τη σφράγιση της επιταγής από την τράπεζα, λόγω έλλειψης διαθεσίμων κεφαλαίων για την κάλυψη της αξίας της στο λογαριασμό του εκδότη, η επιταγή αναγγέλλεται από το υποκατάστημα στον Τειρεσία και ο εκδότης της εισάγεται απευθείας στη λίστα του. Η ως άνω εγγραφή του εκδότη της επιταγής στον Τειρεσία, γίνεται απευθείας γνωστή σε όλες της τράπεζες. Οι Τράπεζες μόλις λάβουν γνώση της σφράγισης παύουν τη χορήγηση οποιαδήποτε πίστωσης στον εκδότη της επιταγής.
Στο σημείο αυτό πρέπει να τονιστεί ότι σε δεινή θέση βρίσκεται ο ανυποψίαστος ενδιάμεσος οπισθογράφος κάποιας επιταγής, ο οποίος, αναγκάζεται να πληρώσει την επιταγή προς εκτέλεση της διαταγής πληρωμής, ενώ έχει αποπληρώσει την οφειλή του, προκειμένου να αποφύγει την καταχώρισή του στον Τειρεσία. Ας δουμε καταρχας  τι είναι η επιταγή. Επιταγή είναι το αξιόγραφο με το οποίο ο εκδότης του εγγράφου δίνει εντολή στον πληρωτή (πιστωτικό ίδρυμα) να πληρώσει στο όνομα του πρώτου ένα ορισμένο χρηματικό ποσό στον κομιστή της. 
Η επιταγή κατ’ αρχήν χρησιμεύει ως όργανο πληρωμής, σε αντίθεση με τη συναλλαγματική (και το γραμμάτιο εις διαταγήν) που χρησιμεύει ως όργανο παροχής πιστώσεως. Ωστόσο, παρατηρώντας τις ελληνικές συναλλαγές τα τελευταία χρόνια, εύλογα διερωτάται κανείς αν η επιταγή εξακολουθεί ακόμη να είναι κυρίως μέσο πληρωμής, καθώς όλο και πιο συχνά χρησιμοποιείται ως μέσο παροχής και κυκλοφορίας πίστεως. Αναλυτικότερα, οι συναλλασσόμενοι, στηριζόμενοι στο γεγονός ότι η επιταγή επιτρέπεται να μεταχρονολογείται, εκδίδουν όλο και πιο συχνά επιταγές μεταχρονολογημένες. Με τον τρόπο αυτό παρατείνουν κατά βούληση το οκταήμερο στο οποίο κατά νόμο πρέπει να εμφανισθεί η επιταγή προς πληρωμή (άρθρο 29 παρ. 1 ν. 5960/1933).
       
          Η επιταγή για να έχει ισχύ, πρέπει να περιέχει:

  • την ονομασία «επιταγή»
  • την απλή και καθαρή εντολή πληρωμής ορισμένου ποσού
  • το όνομα εκείνου, ο οποίος οφείλει να πληρώσει (ανώνυμη τραπεζική εταιρεία- πληρωτής)
  • τον τόπο της πληρωμής
  • τη χρονολογία και τον τόπο έκδοσης της επιταγής
  • την υπογραφή του εκδίδοντος την επιταγή (εκδότη)
Υπάρχουν επιταγές ονομαστικές (αμεταβίβαστες) και εις διαταγήν (μεταβιβαστές). Η μεταβίβαση της επιταγής γίνεται συνήθως με οπισθογράφηση (υπογραφή στο πίσω μέρος της). Ο οπισθογράφος ευθύνεται για την πληρωμή της επιταγής από κοινού με τον εκδότη.
Την επιταγή την εμφανίζει προς πληρωμή ΜΟΝΟ ο νόμιμος κομιστής. Στην επιταγή στον κομιστή, νόμιμος κομιστής είναι ο απλός κάτοχος. Στην επιταγή εις διαταγήν, νόμιμος κομιστής είναι ο κάτοχος που στηρίζει το δικαίωμά του σε αδιάκοπη σειρά οπισθογραφήσεων. Η επιταγή πρέπει να εμφανισθεί προς πληρωμή σε προθεσμία οκτώ ημερών από την χρονολογία έκδοσής της. 
Ακάλυπτη είναι η επιταγή που δεν πληρώθηκε, επειδή δεν υπάρχουν ίδια διαθέσιμα κεφάλαια του εκδότη ή σε περίπτωση πρόωρης ανακλήσεως της επιταγής, παρά την ύπαρξη επαρκούς υπολοίπου (περίπτωση που κατά τη νομολογία του Αρείου Πάγου επισύρει και ποινικές κυρώσεις σε βάρος του εκδότη). Η έκδοση ακάλυπτης επιταγής δημιουργεί αστική και ποινική ευθύνη σε βάρος του εκδότη. 




1) Ποινική Ευθύνη
Το άρθρο 79, όπως αντικαταστάθηκε από το άρθρο 1 ν.δ. 1325/1972, θεσπίζει ως ποινικό αδίκημα την έκδοση ακάλυπτης επιταγής για την διάπραξη του οποίου μάλιστα αρκεί ο ενδεχόμενος δόλος. Η ποινική δίωξη μάλιστα ασκείται μόνον ύστερα από έγκληση του κομιστή της επιταγής που δεν πληρώθηκε. Αναλυτικότερα, ο κομιστής της επιταγής, ενδιάμεσος ή και τελευταίος, δύναται να υποβάλλει κατά του εκδότη της έγκληση στον αρμόδιο Εισαγγελέα Πλημμελειοδικών εντός σύντομης προθεσμίας από τη σφράγισή της. Με την έγκληση, δεν επιδιώκεται η είσπραξη του ποσού της επιταγής, αλλά η ποινική τιμωρία του εκδότη της.

2) Αστική Ευθύνη

Ο δικαιούχος αξίωσης ακαλύπτου επιταγής μπορεί να διεκδικήσει την ικανοποίησή του είτε υποβάλλοντας αίτηση για έκδοση διαταγής προς πληρωμή, είτε ασκώντας αγωγή αποζημίωσης λόγω αδικοπραξίας, είτε τέλος ασκώντας αγωγή αδικαιολογήτου πλουτισμού:

2.α) Διαταγή Πληρωμής 
Η διαδικασία έκδοσης διαταγής προς πληρωμή έχει ως σκοπό να αποκτήσει ο κομιστής της επιταγής, με μια απλή, ταχεία και ολιγοδάπανη διαδικασία και μάλιστα χωρίς ακρόαση του αντιδίκου, ένα "όπλο" στα χέρια του με το οποίο στο μέλλον μπορεί να διεκδικήσει τα χρήματά του. Η διαταγή πληρωμής εκδίδεται ύστερα από αίτηση που υποβάλλεται στο αρμόδιο Δικαστήριο.

2.β) Αγωγή αποζημίωσης λόγω αδικοπραξίας
Εναλλακτικά, δύναται να γίνει άσκηση αγωγής αποζημίωσης από την αδικοπραξία της έκδοσης ακάλυπτης επιταγής, δηλαδή απαγγελία από το αρμόδιο Δικαστήριο προσωπικής κράτησης κατά του εκδότη της επιταγής, ως μέσο εκτέλεσης της απόφασης που θα εκδοθεί, χρονικής διάρκειας ανάλογα με το ποσό της ακάλυπτης επιταγής.
  
2.γ) Αγωγή αδικαιολόγητου πλουτισμού
Επειδή η επιταγή χρησιμεύει ως μέσο πληρωμής, η παραγραφή των αξιώσεων που απορρέουν απ’ αυτή είναι πολύ σύντομη. Σε περίπτωση λοιπόν που παρήλθε η προθεσμία κατά την οποία ο κομιστής δικαιούται να διεκδικήσει τα χρήματά του, επειδή δεν την εμφάνισε έγκαιρα στην Τράπεζα, έχει δικαίωμα να ασκήσει αγωγή αδικαιολογήτου πλουτισμού.

Ετικέτες

Χορήγηση βεβαίωσης στοιχείων ακινήτων στους εν διαστάσει συζύγους για διατροφή, κατόπιν εισαγγελικής παραγγελίας.


Με αφορμή ερωτήματα που έχουν περιέλθει στην Υπηρεσία μας, αναφορικά με το θέμα, σας κοινοποιούμε την υπ’ αριθμ. 7/7-11-2012 εγκύκλιο του Εισαγγελέα του Αρείου Πάγου θέτοντας υπόψη σας τα ακόλουθα και παρακαλούμε για την ορθή και ομοιόμορφη εφαρμογή τους. Με τις διατάξεις του άρθρου 23 του ν. 3427/2005 (ΦΕΚ 312Α΄/27-12-2005), θεσπίστηκε υποχρέωση υποβολής δήλωσης στοιχείων ακινήτων, τόσο για τα φυσικά όσο και για τα νομικά πρόσωπα. Για τα έτη 2005 έως και 2011 οι σύζυγοι, κατά τη διάρκεια του γάμου, είχαν υποχρέωση να υποβάλλουν κοινή δήλωση στοιχείων ακινήτων. Με την παρ. 7 του άρθρου 23 του ν. 3427/2005, όπως προστέθηκε με την παρ. 3 του άρθρου 51 του ν. 3842/2010, ορίζεται ότι οι δηλώσεις στοιχείων ακινήτων χρησιμοποιούνται αποκλειστικά για φορολογικούς σκοπούς και δεν επιτρέπεται η χρησιμοποίησή τους για δίωξη εκείνου που υπέβαλε τη δήλωση. Οι δηλώσεις είναι απόρρητες και δεν επιτρέπεται η γνωστοποίησή τους σε οποιονδήποτε άλλον εκτός από το φορολογούμενο τον οποίο αφορούν αυτές. Κατ’ εξαίρεση, επιτρέπεται η χορήγηση στοιχείων αποκλειστικά και μόνο στα συγκεκριμένα πρόσωπα που ορίζονται στην ίδια παράγραφο, για την άσκηση συγκεκριμένων σκοπών. Ειδικότερα, επιτρέπεται η χορήγηση στοιχείων στις περιπτώσεις που ορίζονται στο άρθρο 1445 του Αστικού Κώδικα. (Το άρθρο 1445 του Α.Κ. ορίζει ότι καθένας από τους πρώην συζύγους είναι υποχρεωμένος να δίνει στον άλλο ακριβείς πληροφορίες για την περιουσία του και τα εισοδήματά του, εφόσον είναι χρήσιμες για τον καθορισμό του ύψους της διατροφής). Με αίτηση ενός από τους πρώην συζύγους, που διαβιβάζεται μέσω του αρμοδίου Εισαγγελέα στη Δ.Ο.Υ., ο αρμόδιος Προϊστάμενος είναι υποχρεωμένος να δίνει κάθε χρήσιμη πληροφορία για την περιουσιακή κατάσταση του άλλου συζύγου και προπάντων για τα εισοδήματά του.
Με την αριθμ. 7/12/7-11-2012 εγκύκλιο του Εισαγγελέα του Αρείου Πάγου ορίζεται ρητά ότι οι Δ.Ο.Υ. υποχρεούνται να χορηγούν στοιχεία ακινήτων για τον καθορισμό διατροφής ακόμα και σε εν διαστάσει συζύγους. Συνεπώς, στην περίπτωση που προσκομίζεται παραγγελία του αρμοδίου Εισαγγελέα Πρωτοδικών, στην οποία ρητά ζητείται η γνωστοποίηση των περιουσιακών στοιχείων των υπόχρεων προς διατροφή προσώπων για τον καθορισμό της διατροφής, οι Δ.Ο.Υ. υποχρεούνται να χορηγούν τα στοιχεία αυτά.
Ακριβές Αντίγραφο
Ο Γενικός Γραμματέας
Θεοχάρης Θεοχάρης
Η Προϊσταμένη της Γραμματείας  




Ετικέτες

Λύσεις μέσα στην κρίση


Μέσα στο πλήθος των αυστηρών μέτρων λιτότητας που έχει επιβάλει η κυβερνητική πολιτική εν μέσω της οικονομικής κρίσης, έχουν θεσπιστεί και ρυθμίσεις που μπορούν να προσφέρουν ουσιαστική διευκόλυνση, μια ‘ανάσα’ για τα νοικοκυριά που βρίσκονται σε ιδιαίτερα δυσμενή οικονομική κατάσταση και αδυνατούν να αποπληρώσουν τις οφειλές τους.
Πρόκειται για το Νόμο 3869/2010, το λεγόμενο νόμο «για τα υπερχρεωμένα νοικοκυριά» ή  «Νόμο Κατσέλη», ο οποίος προβλέπει μια διαδικασία, κλιμακούμενη σε διάφορα στάδια, που μπορεί να καταλήξει σε σημαντική μείωση των οφειλών και προστασία περιουσιακών στοιχείων, ή ακόμα , κατά περίπτωση, και σε απαλλαγή.
Ο νόμος 3869/10 δίνει τη δυνατότητα σε φυσικά πρόσωπα που έχουν περιέλθει σε μόνιμη αδυναμία πληρωμής ληξιπρόθεσμων ή μη οφειλών τους να προβούν σε ρύθμιση και απαλλαγή από μέρος ή το σύνολο αυτών. Αυτό σημαίνει ότι στο νόμο υπάγονται φυσικά πρόσωπα και μόνο, και μάλιστα όχι πρόσωπα που έχουν την εμπορική ιδιότητα. Επιπλέον προϋπόθεση για να υπαχθεί ένα πρόσωπο στο Νόμο είναι να έχει περιέλθει , χωρίς δόλο, σε αδυναμία πληρωμής. Οι οφειλές που μπορούν να διευθετηθούν με την ανωτέρω αναφερόμενη διαδικασία είναι κάθε οφειλή προς τράπεζες εκτός των επιχειρηματικών δανείων. Δεν περιλαμβάνονται στη ρύθμιση του νόμου οφειλές από φόρους και τέλη προς το Δημόσιο.
Τα στάδια της διαδικασίας που προβλέπει ο Νόμος είναι τα εξής:
1. Εξωδικαστικός συμβιβασμός: Υποχρεωτική διαδικασία απόπειρας συμβιβαστικής επίλυσης της διαφοράς η οποία, αν αποτύχει, οδηγεί στο επόμενο βήμα – προσφυγή στο δικαστήριο.
2. Αίτηση στο Ειρηνοδικείο: Η αίτηση περιλαμβάνει κατάσταση περιουσίας και εισοδημάτων οφειλέτη και συζύγου, κατάσταση δαπανών (ατομικές και οικογενειακές), κατάσταση απαιτήσεων πιστωτών, σχέδιο διευθέτησης οφειλών κλπ.
3. Συμβιβασμός ενώπιον Ειρηνοδικείου: Σπάνια επιτυγχάνεται διότι απαιτείται συμφωνία πιστωτών με απαιτήσεις άνω του 51% των οφειλών.
4. Δικαστική ρύθμιση οφειλών: Μετά την αποτυχία του ανωτέρω συμβιβασμού το δικαστήριο σε περίπου ένα χρόνο από την κατάθεση της αίτησης ρυθμίζει ευνοϊκά την αποπληρωμή των χρεών του οφειλέτη που αποδεικνύει ότι δεν επαρκούν τα εισοδήματά του για την πλήρη κάλυψή τους.
Σημειώνεται ότι η ανωτέρω διαδικασία και προστασία είναι ατομική. Αφορά το κάθε πρόσωπο που κάνει Αίτηση και μόνο αυτό, δεν επεκτείνεται σε τυχόν εγγυητές επί των οφειλών του, οι οποίοι θα πρέπει να προστατευθούν ξεχωριστά.
Κατά τη δικάσιμο που θα οριστεί, το Δικαστήριο ελέγχει τη συνδρομή και την αλήθεια των προϋποθέσεων και των ισχυρισμών του οφειλέτη, και κυρίως την ανυπαίτια μόνιμη αδυναμία αποπληρωμής των ληξιπρόθεσμων οφειλών. Εφόσον η Αίτηση γίνει δεκτή, ο οφειλέτης υποχρεώνεται να καταβάλει κάθε μήνα για τέσσερα χρόνια μέρος του εισοδήματός του στους πιστωτές του. Τα ύψος των δόσεων καθορίζεται από το Δικαστήριο, ανάλογα με τις συνθήκες τις κάθε περίπτωσης, την κατάσταση των εισοδημάτων και των αναγκαίων δαπανών διαβίωσης του  αιτούντος και της οικογένειάς του. Το Δικαστήριο μπορεί ακόμα και να απαλλάξει τον οφειλέτη από την υποχρέωση καταβολής οποιουδήποτε ποσού, ιδίως αν αυτός είναι χρόνια άνεργος, ή αντιμετωπίζει σοβαρά προβλήματα υγείας, ή δεν έχει επαρκές εισόδημα.
Σε κάθε περίπτωση οι οφειλέτες που θα καταβάλουν τις μηνιαίες δόσεις που θα ορίσει το δικαστήριο απαλλάσσονται πλήρως από το υπόλοιπο των χρεών τους και διαγράφονται από τον Τειρεσία σαν να μην χρωστούσαν ποτέ τίποτα.
Τυχόν ακίνητη περιουσία του οφειλέτη ρευστοποιείται για την αποπληρωμή των οφειλών του. Ο Νόμος όμως, απαγορεύει τη ρευστοποίηση την κύρια κατοικία του οφειλέτη, εφόσον η αξία της δεν υπερβαίνει το αφορολόγητο όριο απόκτησής της προσαυξημένη κατά 50% (Σημειώνεται ότι το αφορολόγητο όριο για έναν άγαμο φορολογούμενο είναι 200.000 ευρώ, οπότε η αντικειμενική αξία της κατοικίας για να μη βγει σε πλειστηριασμό δε θα πρέπει να ξεπερνά τις 300.000 ευρώ. Προϋπόθεση για να συμβεί αυτό, είναι να αναλάβει ο οφειλέτης, να εξοφλήσει το μέσο επιτόκιο ενός στεγαστικού δανείου, σε χρονικό διάστημα που φτάνει το βάθος 20ετίας, χρέος, δηλαδή, που καλύπτει το 85% της εμπορικής αξίας της κατοικίας.
Στην περίπτωση που υπάρχουν και άλλα περιουσιακά στοιχεία κατά των οποίων απειλείται πλειστηριασμός ο οφειλέτης, που έχει ήδη απευθυνθεί στο Ειρηνοδικείο με τη διαδικασία αυτού του νόμου, μπορεί να ζητήσει δικαστικά την αναστολή του και έχει μεγάλες πιθανότητες να την πετύχει μέχρι να εκδοθεί απόφαση του Ειρηνοδικείου για τη ρύθμιση των οφειλών του. Στη συνέχεια, για τα περιουσιακά του στοιχεία υπάρχει ειδική διαδικασία εκτίμησης και πρόβλεψης κατά περίπτωση.
Έως σήμερα έχουν εκδοθεί ελάχιστες αποφάσεις σε σχέση με τον όγκο των αιτήσεων στο Ειρηνοδικείο και είναι κατά κύριο λόγο θετικές.
Ο οφειλέτης μόνο μία φορά μπορεί να κάνει χρήση των ευνοϊκών ρυθμίσεων αυτού του νόμου και για χρέη που ανέλαβε τουλάχιστον ένα έτος πριν την αίτηση.
Εκτός του νόμου αυτού υπάρχουν και άλλες διευκολύνσεις καθώς και εξωδικαστικές ή δικαστικές ενέργειες στη διάθεση των πολιτών οι οποίοι μπορούν ακόμα και να αναζητήσουν αναδρομικά υπερβολικά ποσά τόκων που έχουν ήδη καταβάλει σε τραπεζικά δάνεια ή να διεκδικήσουν αναστολή πλειστηριασμών, μείωση ενοικίων και άλλα τινά μέτρα.

Δημ. στην τοπική εφημερίδα "Ντελάλης", τευχ. Μαρτίου- Απριλίου 2013

                                                                         ΙΩΑΝΝΑ Ν. ΚΟΥΛΟΥΒΡΑΚΗ
                                                          ΑΜΑΛΙΑ Π. ΠΑΝΤΑΖΗ - Ασκούμενη Δικηγόρος

Ετικέτες

Επιτάχυνση διαδικασίας απονομής σύνταξης- Προσωρινή Σύνταξη




Στην εγκύκλιο του υπουργού Εργασίας προβλέπεται πως οι ασφαλιστικοί φορείς πρέπει να εκδίδουν την οριστική απόφαση συνταξιοδότησης εντός τριών (3) μηνών από την υποβολή της αίτησης ή σε έξι (6) μήνες , αν πρόκειται για διαδοχική ασφάλιση.  Ωστόσο, πρέπει να σημειωθεί πως οι προθεσμίες αυτές ισχύουν για όσες περιπτώσεις η αίτηση συνταξιοδότησης συνοδεύεται και από τη βεβαίωση χρόνου ασφάλισης (καταμέτρηση ενσήμων), εφόσον δηλαδή ο φάκελος είναι πλήρης. Αν για τον οποιοδήποτε λόγο δεν είναι δυνατή η έκδοση της οριστικής συνταξιοδοτικής απόφασης, εκδίδεται πράξη προσωρινής σύνταξης σε 45 ημέρες κατόπιν αιτήσεως του ενδιαφερόμενου (Υπεύθυνη Δήλωση του Ν. 1599/1986 αρ 8). Το ύψος του ποσού της προσωρινής σύνταξης αντιστοιχεί στο 80% της σύνταξης που προκύπτει από το χρόνο ασφάλισης και τις εισφορές ή τις λαμβανόμενες αποδοχές και σε καμιά περίπτωση δεν μπορεί να είναι μικρότερο από το 90 % του εκάστοτε ισχύοντος Κατώτατου Ορίου κατά κατηγορία σύνταξης (θανάτου, γήρατος κλπ). Ειδικά για το ΙΚΑ λαμβάνονται υπόψη οι μεικτές αποδοχές που έλαβε ο ασφαλισμένος τον μήνα Δεκέμβριο του προηγούμενου έτους της υποβολής της αίτησης ή σε περίπτωση προγενέστερης διακοπής της ασφάλισής του, του τελευταίου μήνα απασχόλησής του. Το ποσό της προσωρινής σύνταξης συμψηφίζεται με το ποσό της κύριας σύνταξης, όπως αυτό θα καθοριστεί από την οριστική πράξη. Στις περιπτώσεις διαδοχικής ασφάλισης η προσωρινή σύνταξη χορηγείται από τον τελευταίο ασφαλιστικό φορέα εφόσον διαπιστωθεί από τα στοιχεία που αναφέρει ο ενδιαφερόμενος στην Υπεύθυνη Δήλωση ότι πληρούνται οι ελάχιστες προϋποθέσεις που απαιτεί ο νόμος για τη συνταξιοδότηση. ΄Οταν ο απονέμων τη σύνταξη φορέας είναι το Δημόσιο, η έναρξη των προαναφερόμενων προθεσμιών ξεκινά μετά την καταβολή των τρίμηνων αποδοχών. Η προσωρινή σύνταξη δεν εκδίδεται όταν: α. Ο ασφαλισμένος δηλώσει εγγράφως πως δεν το επιθυμεί. β Δεν πληρούνται οι κατά περίπτωση νόμιμες προϋποθέσεις συνταξιοδότησης (π.χ. όριο ηλικίας και απαιτούμενες κατά περίπτωση ημέρες ασφάλισης). γ Για τη συνταξιοδότηση των ασφαλισμένων πρέπει να εφαρμοστούν οι κανονισμοί 883/2004 και 987/2009 της Ευρωπαϊκής Ενωσης, καθώς και οι διμερείς συμβάσεις κοινωνικής ασφάλειας, εκτός των περιπτώσεων που θεμελιώνεται αυτοτελές συνταξιοδοτικό δικαίωμα μόνο με τον χρόνο ασφάλισης σε ελληνικό φορέα. δ Οι ασφαλισμένοι δεν έχουν καταθέσει τα απαιτούμενα δικαιολογητικά. ε Ζητείται η σύνταξη λόγω θανάτου ασφαλισμένου από τους γονείς του. στ Λαμβάνεται ταυτόχρονα και άλλη σύνταξη. ζ Δεν έχει διακοπεί η εργασία κατά την ημερομηνία υποβολής της αίτησης συνταξιοδότησης. η Είναι απαραίτητη η προηγούμενη αναγνώριση χρόνων ασφάλισης για θεμελίωση συνταξιοδοτικών προϋποθέσεων. θ Υπάρχουν οφειλές από ασφαλιστικές εισφορές μόνο όταν αυτές υπερβαίνουν τα ποσά που προβλέπει με οικείες διατάξεις κάθε ασφαλιστικός φορέας, διαφορετικά γίνεται παρακράτηση από την σύνταξη και η διαδικασία απονομής σύνταξης σε καμία περίπτωση δεν παρακωλύεται.

ΓΙΑΝΝΟΠΟΥΛΟΥ ΝΙΚΗ-Δικηγόρος

Ετικέτες

Στοιχεία για τον προσδιορισμό της κλάσης υπολογισμού της σύνταξης, σε περίπτωση υποβολής αίτησης για συνταξιοδότηση μέσα στο έτος 2013




Εγκύκλιος ΙΚΑ αριθ. 6/2013 - Α.Π. Σ61/1/16-1-13
Σχετ: Η Εγκ. 2/2012


1. Για τη διευκόλυνση των υπηρεσιών Συντάξεων κατά τη διαδικασία προσδιορισμού των συντάξιμων αποδοχών των πέντε (5) επιλεγέντων από τον ασφαλισμένο ή την Υπηρεσία ημερολογιακών ετών από το σύνολο των δέκα (10) ετών που προηγούνται εκείνου στο οποίο υποβάλλεται η αίτηση συνταξιοδότησης (ν. 3029/2002, άρθ. 2, παρ. 9), σε περίπτωση υποβολής της σχετικής αίτησης μέσα στο έτος 2013, σας παραθέτουμε τους λόγους και τους συντελεστές με τους οποίους πρέπει να αναπροσαρμοστούν οι αποδοχές των ανωτέρω δέκα (10) ετών:

Οι αποδοχές του έτους 2003 κατά το λόγο: 51,11: 41,19=1,2408

Οι αποδοχές του έτους 2004 κατά το λόγο: 51,11:43,25 =1,1817

Οι αποδοχές του έτους 2005 κατά το λόγο: 51,11: 44,98=1,1362

Οι αποδοχές του έτους 2006 κατά το λόγο: 51,11: 46,78=1,0925

Οι αποδοχές του έτους 2007 κατά το λόγο: 51,11: 48,65=1,0505

Οι αποδοχές του έτους 2008 κατά το λόγο: 51,11: 51,11=1

Οι αποδοχές του έτους 2009 κατά το λόγο: 51,11: 51,11=1

Οι αποδοχές του έτους 2010 κατά το λόγο: 51,11: 51,11=1

Οι αποδοχές του έτους 2011 κατά το λόγο: 51,11: 51,11=1
Οι αποδοχές του έτους 2012 κατά το λόγο: 51,11: 51,11=1

Στη συνέχεια το σύνολο των αναπροσαρμοσθεισών συντάξιμων αποδοχών των συμφερότερων πέντε (5) ετών θα διαιρεθεί με το σύνολο των ημερών εργασίας που πραγματοποίησε ο ασφαλισμένος μέσα σε αυτά τα πέντε (5) έτη, οι οποίες δε μπορεί να είναι λιγότερες από 1000 ημέρες. Με το μέσο ημερομίσθιο που θα προκύψει, θα γίνει η κατάταξη σε ασφαλιστική κλάση, βάσει των πινάκων που ισχύουν έως 31/12/2012.

Υπενθυμίζεται ότι στην περίπτωση που δεν συμπληρώνονται 1000 ημέρες εργασίας μέσα στα πέντε (5) έτη που επελέγησαν ως συμφερότερα εντός της τελευταίας δεκαετίας, λαμβάνονται υπόψη οι αποδοχές του αμέσως προηγούμενου του έτους από εκείνο κατά το οποίο υποβάλλεται η αίτηση συνταξιοδότησης, αν και δεν έχει επιλεγεί (εγκ. ΙΚΑ 96/02 και 120/04).

Επειδή, όμως, οι αποδοχές αυτού του τελευταίου έτους μπορεί να είναι χαμηλότερες από αυτές των υπολοίπων ετών και επειδή οι υπολογισμοί με βάση άλλες πενταετίες είναι πάρα πολλοί - γεγονός ιδιαίτερα χρονοβόρο για τη υπηρεσία - θα καλείται ο ασφαλισμένος να επιλέξει κάποια άλλη 5ετία, στην οποία συμπληρώνονται 1000 ημέρες εργασίας και στη συνέχεια θα γίνεται διπλός υπολογισμός της ασφαλιστικής κλάσης. Εφόσον με την επιλεγείσα από τον ασφαλισμένο 5ετία προκύπτει μεγαλύτερη ασφαλιστική κλάση, η σύνταξη θα απονέμεται βάσει αυτής, δεδομένου ότι η βούληση του νομοθέτη επιδιώκει το συμφέρον του ασφαλισμένου.

Για τον προσδιορισμό των συντάξιμων αποδοχών θα ληφθεί υπόψη το σύνολο των μηνιαίων πραγματικών αποδοχών και μέχρι το ύψος της ανώτατης ασφαλιστικής κλάσης, για το οποίο καταβλήθηκαν ασφαλιστικές εισφορές, χωρίς τον υπολογισμό των δώρων εορτών και του επιδόματος άδειας.

Στις περιπτώσεις που όλες οι συντάξιμες αποδοχές ανάγονται σε χρονικό διάστημα πριν την 31/12/1990 ή την 31/12/1991, η κατάταξη σε ασφαλιστική κλάση θα γίνεται μέχρι την 22η ή την 25η κλάση αντίστοιχα, δηλαδή την ανώτερη ασφαλιστική κλάση που ίσχυε.

2. Όπως είναι γνωστό, στην περίπτωση που υπάλληλος του ΙΚΑ-ΕΤΑΜ ή άλλου Ν.Π.Δ.Δ που υπάγεται στο ειδικό συνταξιοδοτικό καθεστώς του ν. 3163/55 επιλέξει να συνταξιοδοτηθεί με τις διατάξεις της νομοθεσίας του ΙΚΑ-ΕΤΑΜ που αφορούν τους κοινούς ασφαλισμένους, (α.ν. 1846/51, όπως ισχύει), η ασφαλιστική κλάση, η οποία αποτελεί τη βάση υπολογισμού του ποσού της σύνταξης, προσδιορίζεται από το σύνολο των μηνιαίων αποδοχών για τις οποίες έχουν καταβληθεί εισφορές υπέρ Ο.Ε.Κ και ασθένειας, δηλαδή οι αποδοχές με κωδ. 501. Συνεπώς, τα ποσά που έχουν καταβληθεί ως αποζημίωση στους υπαλλήλους που απασχολούνται στα Κλιμάκια Εργασίας για την Επιτάχυνση των Συντάξεων, θα συνυπολογισθούν για την εύρεση της ασφαλιστικής κλάσης.

3. Τέλος, σας γνωρίζουμε ότι σύμφωνα με την παρ. 1 του άρθ. 3 του ν. 3863/2010, η οποία εξακολουθεί να ισχύει μετά τη δημοσίευση του ν. 4093/2012, ο υπολογισμός του ποσού της σύνταξης δεν μεταβάλλεται για τις συντάξεις που απονέμονται από 1/1/2013, αφού σύμφωνα με την ανωτέρω διάταξη, η διαφοροποίηση θα επέλθει για όσους θα θεμελιώσουν συνταξιοδοτικό δικαίωμα από την 1/1/2015 και μετά




Ετικέτες

Έξωση Express για τους δύστροπους ενοικιαστές και διαταγή πληρωμής για τα χρέη στο μίσθιο (απλήρωτοι λογαριασμοί, ενοίκια, φθορές)


Σχετική επιτάχυνση της διαδικασίας έκδοσης διαταγής απόδοσης της χρήσης του μισθίου σε βάρος των δύστροπων ενοικιαστών και προς όφελος των ιδιοκτητών θέσπισε ο νόμος 4055/2012 (άρθρ. 15 §§ 2-5)
Σύμφωνα με το σχετικό άρθρο υπάρχει η δυνατότητα του εκμισθωτή να προβεί σε έκδοση διαταγής απόδοσης της χρήσης του μισθίου εφόσον ο ενοικιαστής από δυστροπία του δεν καταβάλλει τα μισθώματα που συμφωνήθηκαν.
Προκειμένου να εκδοθεί διαταγή απόδοσης απαιτείται σχετική έγγραφη όχληση για την καταβολή των μισθωμάτων, ως απαραίτητη προϋπόθεση της διαταγής απόδοσης μισθίου, ενώ επιδίδεται 15 ημέρες πριν την κατάθεση της αίτησης, αντί του προγενεστέρου 30ημέρου. Με άλλα λόγια συντομεύεται η προθεσμία μέσα στην οποία ο ενοικιαστής έχει τη δυνατότητα να καταβάλει το οφειλόμενο ποσό προκειμένου να μην εκδοθεί διαταγή απόδοσης μισθίου.
Προσοχή στην εξώδικο δήλωση που προηγείται της αίτησης για διαταγή απόδοσης μισθίου, ο εκμισθωτής δεν καταγγέλει τη σύμβαση, αλλά τάσσει προθεσμία αποπληρωμής των οφειλόμενων μισθωμάτων. Εάν καταγγείλει τη μίσθωση τότε πρέπει να ακολουθήσει την διαδικασία της αγωγής με βάση τις μισθωτικές διαφορές, αλλά η διαδικασία αυτή είναι ιδιαίτερα χρονοβόρα.
Με τις νέες τροποποιήσεις, την αίτηση ακολουθεί η έκδοση απόφασης για την απόδοση του μισθίου με απόγραφο, το οποίο εφοδιάζει αμέσως την συγκεκριμένη απόφαση με εκτελεστότητα. Δηλαδή, πλέον, απαιτείται μια μόνο κοινοποίηση της απόφασης για απόδοση μισθίου, αντί για δύο κοινοποιήσεις με δικαστικό επιμελητή που ίσχυε μέχρι πρότινος. Με αυτό τον τρόπο εξοικονομείται χρόνος και επιπλέον έξοδα, τα οποία θα έπρεπε να προκαταβληθούν από τον εκμισθωτή.
Αμέσως μετά την κοινοποίηση της σχετικής απόφασης με αντίγραφο από το απόγραφο και επιταγή για απόδοση μισθίου και καταβολή μισθωμάτων και λοιπών εξόδων, ο ενοικιαστής έχει το δικαίωμα να καταθέσει εντός 15 ημερών ανακοπή κατά της διαταγής απόδοσης μισθίου, ενώ ο εκμισθωτής-ιδιοκτήτης μπορεί να εκτελέσει την συγκεκριμένη απόφαση αφού περάσουν 20 ημέρες από την επίδοση.
Πρακτικά η εκτέλεση της απόφασης γίνεται παρουσία του δικαστικού επιμελητή, του ιδιοκτήτη και ενδεχομένως αστυνομικού, έχοντας στα χέρια το απόγραφο και την έκθεση επίδοσης. Γίνεται αλλαγή της κλειδαριάς στο μίσθιο και από την ημέρα της εκτέλεσης λύεται και η μισθωτική σχέση.
Προσοχή, εφόσον υπάρχουν πράγματα του ενοικιαστή μέσα στο μίσθιο, αυτά φυλάσσονται μέχρι να τα αναλάβει ο μισθωτής και για χρονικό διάστημα 6 μηνών, εκτός εάν κατασχεθούν με ταυτόχρονη διαταγή πληρωμής και εκπλειστηριαστούν ως κινητά πράγματα (υπό προϋποθέσεις) σε συντομότερο χρονικό διάστημα. Υπεύθυνος ορίζεται μετά την απογραφή τους, συνήθως, ο ιδιοκτήτης.
Τέλος, με τις νέες τροποποιήσεις προστέθηκε το άρθρο 662Θ κατά το οποίο προβλέφθηκε η δυνατότητα σώρευσης με την ως άνω διαταγή απόδοσης μισθίου και αιτήματος καταδίκης για χρηματική απαίτηση από οφειλόμενα μισθώματα, κοινόχρηστες δαπάνες, τέλη και λογαριασμούς κοινής ωφελείας, εφόσον το ύψος αποδεικνύεται με δημόσιο ή ιδιωτικό έγγραφο, με ρητή αναλογική εφαρμογή των διατάξεων περί διαταγής απόδοσης μισθίου και μερικών περί διαταγής πληρωμής.
Αυτό προβλέφθηκε εξαιτίας της ανυπόφορης κατάστασης, η οποία είχε δημιουργηθεί με τους μισθωτές, που εκτός από απλήρωτα ενοίκια, άφηναν και απλήρωτους όλους τους λογαριασμούς του μισθίου, τους οποίους έπρεπε να εξοφλήσει ο εκμισθωτής-ιδιοκτήτης προκειμένου να μπορεί να το εκμισθώσει σε νέο μισθωτή.
Σε γενικές γραμμές, η διαδικασία της διαταγής απόδοσης, καθίσταται ένα ευέλικτο πλέον και ταχύτατο εργαλείο προκειμένου οι δύστροποι ενοικιαστές να απομακρύνονται από το μίσθιο και να βαρύνονται με μία άμεσα εκτελεστή απόφαση για όλα τα χρέη που άφησαν πίσω τους.
Πολλοί έχουν την άποψη ότι ο νέος νόμος έδωσε μεγάλη εξουσία στους ιδιοκτήτες και αφαίρεσε δικαιώματα από τους ενοικιαστές. Στην πραγματικότητα η κατάσταση στην αγορά είναι τόσο έκρυθμη που οι ιδιοκτήτες στη πράξη πλήρωναν για λογαριασμό των ενοικιαστών τους αφού οι τελευταίοι αφού άφηναν απλήρωτους λογαριασμούς και κοινόχρηστα μηνών έφευγαν χωρίς κανείς να μπορεί να τους εξαναγκάσει να πληρώσουν.
Επομένως, η άλλη άποψη λέει ότι με αυτό το τρόπο οι δύστροποι ενοικιαστές δεν θα μπορούν πλέον να κάνουν κατάχρηση των ευεργετικών διατάξεων και των μεγάλων προθεσμιών του νόμου προκειμένου να επωφελούνται σε βάρος των ιδιοκτητών.

Ετικέτες