Τρίτη 30 Δεκεμβρίου 2014

ΤΟ ΚΑΤ’ ΑΝΤΙΔΙΚΙΑ ΔΙΑΖΥΓΙΟ

Σε περίπτωση μη ύπαρξης συναίνεσης μεταξύ των συζύγων, ο γάμος μπορεί να λυθεί με ενέργειες που μπορούν να ξεκινήσουν μονομερώς από τον κάθε σύζυγο χωριστά. Σε περίπτωση αντιδικίας, ο γάμος λύνεται α) είτε λόγω ισχυρών κλονιστικών γεγονότων του γάμου (διαζύγιο λόγω ισχυρού κλονισμού του γάμου) β) είτε λόγω διαστάσεως επί μια διετία (διαζύγιο λόγω διετούς διάστασης). Αναλυτικότερα: 
α) Κατά το άρθρο 1439 παρ. 1 και 2 ΑΚ, «καθένας από τους συζύγους μπορεί να ζητήσει το διαζύγιο, όταν οι μεταξύ τους σχέσεις έχουν κλονισθεί τόσο ισχυρά, από λόγο που αφορά το πρόσωπο του εναγομένου ή και των δύο συζύγων, ώστε βάσιμα η εξακολούθηση της έγγαμης σχέσης να είναι αφόρητη για τον ενάγοντα. Εφόσον ο εναγόμενος δεν αποδεικνύει το αντίθετο, ο κλονισμός τεκμαίρεται σε περίπτωση διγαμίας ή μοιχείας του, εγκατάλειψης του ενάγοντα ή επιβουλής της ζωής του από τον εναγόμενο, καθώς και σε περίπτωση άσκησης από τον εναγόμενο ενδοοικογενειακής βίας εναντίον του ενάγοντος».
Κλονισμός του γάμου επέρχεται, όταν εκλείπει η ψυχική διάθεση του ενός ή και των δύο συζύγων για τη συνέχιση της εγγάμου συμβιώσεως. Προς διευκόλυνση της απόδειξης του ισχυρού κλονισμού του γάμου, ο νόμος καθιερώνει μία σειρά από περιπτώσεις, οι οποία συνιστούν ex lege μαχητά τεκμήρια ισχυρού κλονισμού, δηλαδή η επίκληση και η απόδειξή τους αρκεί για τη λύση του γάμου, χωρίς να απαιτείται να αποδειχθεί περαιτέρω και η τυχόν υπαιτιότητα  του ενός ή του άλλου συζύγου και περιλαμβάνουν περιοριστικά τις κάτωθι περιπτώσεις: τη διγαμία, τη μοιχεία, την εγκατάλειψη συζυγικής στέγης, την επιβουλή της ζωής και την άσκηση ενδοοικογενειακής βίας. 
Εκτός από τον ισχυρό κλονισμό του γάμου, για να στοιχειοθετηθεί ο λόγος διαζυγίου πρέπει να συνδέεται με τον εναγόμενο, ή, τουλάχιστον και με τον εναγόμενο. Δηλαδή, ο λόγος αυτός δεν πρέπει να αφορά αποκλειστικά το πρόσωπο του ενάγοντα.
β. Εφόσον οι σύζυγοι βρίσκονται σε διάσταση συνεχώς για δύο τουλάχιστον χρόνια, ο κλονισμός τεκμαίρεται αμάχητα και το διαζύγιο μπορεί να ζητηθεί, ανεξαρτήτως από το ποιος είναι υπαίτιος για τον χωρισμό. Δηλαδή ακόμη και εάν ο κλονισμός οφείλεται σε γεγονός που αφορά αποκλειστικά το πρόσωπο του ενάγοντα, στην περίπτωση συμπλήρωσης διετούς διάστασης, και αυτός δικαιούται να ζητήσει τη λύση του γάμου με διαζύγιο.  Ο νόμος θεωρεί ότι με την συμπλήρωση δύο ετών διακοπής της συμβίωσης, ο γάμος έχει αντικειμενικά κλονισθεί και πρέπει να λυθεί.
Η διάσταση αποτελεί μία αόριστη νομική έννοια. Επέρχεται, όταν εκλείψουν τα στοιχεία που απαρτίζουν την έγγαμη συμβίωση, τόσο το υλικό όσο και το ψυχικό. Τυπικά, διάσταση υπάρχει όταν οι σύζυγοι απομακρύνονται φυσικώς (σωματικώς/εξωτερικώς) και ψυχικώς (βουλητικώς) μεταξύ τους με την κοινή βούληση να μην έχουν πλέον κοινωνία βίου, δηλαδή όταν δεν υπάρχει πλέον συγκατοίκηση ούτε κοινή θέληση για διατήρηση του γάμου. Ωστόσο στην πράξη είναι δυνατό να χωρήσει διετής διάστασης και ενόσω συνεχίζει η συγκατοίκηση ή και το αντίστροφο, να μην πληρούνται οι προϋποθέσεις της, ενώ έχει διακοπή η συνοίκηση. 
Η συμπλήρωση του χρόνου διάστασης υπολογίζεται κατά τον χρόνο συζήτησης της αγωγής και δεν εμποδίζεται από μικρές διακοπές που πραγματοποιήθηκαν ως προσπάθεια αποκατάστασης των σχέσεων μεταξύ των συζύγων.