Παρασκευή 17 Μαΐου 2013

ΤΟ ΔΙΚΑΙΩΜΑ ΔΙΑΤΡΟΦΗΣ ΤΟΥ ΣΥΖΥΓΟΥ ΚΑΙ ΤΩΝ ΤΕΚΝΩΝ




Ένα μείζον θέμα για τα ζευγάρια που έχουν προβεί σε δικαστικές διαδικασίες για τη λύση του γάμου είναι το ζήτημα της διατροφής. Το δικαίωμα διατροφής είναι απόρροια της γενικότερης υποχρέωσης αλληλεγγύης και συνεισφοράς στις οικογενειακές ανάγκες, η οποία υφίσταται κατά τη διάρκεια της έγγαμης συμβίωσης. Οι προϋποθέσεις που θέτει ο νόμος ως απαραίτητες προκειμένου να γεννηθεί το δικαίωμα διατροφής είναι οι εξής: αφενός η απορία του δικαιούχου, δηλαδή η αδυναμία του να εξασφαλίσει τη διατροφή του με τα δικά του μέσα, και αφετέρου η ευπορία του υπόχρεου, δηλαδή η δυνατότητα του άλλου συζύγου να καταβάλλει τη διατροφή, χωρίς να διακινδυνεύει όμως και τη δική του. Στην ουσία δηλαδή βασική προϋπόθεση της διατροφής είναι η ασθενέστερη οικονομική κατάσταση του δικαιούχου. Ο αιτών την καταβολή διατροφής έχει τη δυνατότητα να ζητήσει τη χορήγηση προσωρινής διατροφής με τη διαδικασία των ασφαλιστικών μέτρων, ώστε να έχει σύντομα μία απόφαση Δικαστηρίου, και εν συνεχεία να προσφύγει με αγωγή ενώπιον των τακτικών Δικαστηρίων. Η απόφαση των ασφαλιστικών μέτρων έχει ισχύ μέχρι τη συζήτηση της τακτικής αγωγής. Σε περίπτωση που ο υπόχρεος σε διατροφή παραβιάζει τη σχετική υποχρέωσή του, η οποία έχει αναγνωριστεί έστω και προσωρινά από το Δικαστήριο, ενέχει και ποινικές ευθύνες σύμφωνα με το άρθρο 358 ΠΚ απειλούμενος με ποινή φυλάκισης μέχρι και ενός έτους.

Διατροφή συζύγου

Εφόσον συντρέχουν οι ανωτέρω προϋποθέσεις και υπάρχει διακοπή της έγγαμης συμβίωσης από τον δικαιούχο σύζυγο για εύλογη αιτία (π.χ. εξωσυζυγικές σχέσεις του άλλου συζύγου ή ενδοοικογενειακή βία), τότε γεννάται το δικαίωμα του για διατροφή, η οποία μάλιστα προκαταβάλλεται κάθε μήνα. Ως προς το δικαίωμα διατροφής του ενός συζύγου κατά του άλλου μετά το διαζύγιο, ο νόμος απαιτεί επιπλέον  να συντρέχουν ορισμένες ειδικότερες προϋποθέσεις στο πρόσωπο του συζύγου που βρίσκεται σε ασθενέστερη οικονομική θέση: ο δικαιούχος σύζυγος να βρίσκεται σε ηλικία ή κατάσταση υγείας τέτοια, που να μην του επιτρέπει να εργαστεί, να έχει την επιμέλεια ανήλικου τέκνου και για το λόγο αυτό να εμποδίζεται να εργαστεί, να μη βρίσκει σταθερή και κατάλληλη εργασία ή, τέλος, όταν το δικαστήριο κρίνει ότι συντρέχουν λόγοι επιείκειας (π.χ. να έχει τη φροντίδα τέκνου με ειδικές ανάγκες). Κριτήριο για το ύψος της διατροφής είναι αφενός η κάλυψη των βασικών βιοτικών αναγκών του αιτούντα συζύγου και αφετέρου το βιοτικό επίπεδο του ζευγαριού κατά τη συμβίωση λαμβανομένης φυσικά υπ’ όψιν και της οικονομικής κατάστασης του χορηγούντα τη διατροφή συζύγου. Προφανές είναι  ότι σε περίπτωση μεταβολής των οικονομικών δεδομένων σε βάθος χρόνου, υπάρχει η δυνατότητα μεταρρύθμισης της διατροφής, η οποία μπορεί να ελαττωθεί, να αυξηθεί ή και να σταματήσει να χορηγείται.
Τονίζεται ακόμα ότι, ειδικά για τη διατροφή μετά το διαζύγιο, ο νόμος επιτρέπει και την εφάπαξ καταβολή της οφειλόμενης διατροφής, με σκοπό τη διευκόλυνση της εκκαθάρισης των εκκρεμοτήτων μεταξύ των πρώην συζύγων. Εν προκειμένω απαιτείται έγγραφη συμφωνία των συζύγων και σχετική απόφαση του δικαστηρίου, εφόσον συντρέχουν ιδιαίτεροι λόγοι (π.χ. μετανάστευση του υπόχρεου στο εξωτερικό ή επικείμενος δεύτερος γάμος του). Ακόμη, στην περίπτωση αυτή, η ύπαρξη του δικαιώματος διατροφής συνεχίζεται και μετά το θάνατο του υπόχρεου, και ο δικαιούχος σύζυγος μπορεί πλέον να στραφεί κατά των κληρονόμων αυτού. Τέλος, η υποχρέωση διατροφής παύει σε περίπτωση που ο δικαιούχος σύζυγος ξαναπαντρευτεί ή συζεί μόνιμα με κάποιον άλλο σε ελεύθερη ένωση.
Διατροφή παιδιών

Κάθε γονέας έχει υποχρέωση διατροφής των τέκνων του εφόσον η περιουσία του τέκνου –σε περίπτωση που υφίσταται- δεν επαρκεί για να καλύψει τις ανάγκες του. Σύμφωνα μάλιστα με το άρθρο 1487 ΑΚ, η υποχρέωση διατροφής των ανήλικων τέκνων από τους γονείς τους υφίσταται ακόμα και αν αυτό σημαίνει ότι ο γονέας θα πρέπει να διακινδυνεύσει τη δική του διατροφή.
Το Δικαστήριο προκειμένου να ορίσει το ύψος της μηνιαίας διατροφής που οφείλεται στο τέκνο εξετάζει τις ανάγκες του τέκνου, οι οποίες προκύπτουν από την ηλικία, την υγεία, τις ικανότητες, τα ενδιαφέροντα, την εκπαίδευση και το βιοτικό επίπεδο του τέκνου πριν το διαζύγιο των γονιών του, καθώς και την επαγγελματική και οικονομική κατάσταση κάθε γονέα. Για να καθοριστεί το ποσό της διατροφής πρώτα αξιολογούνται τα εισοδήματα των γονέων και στη συνέχεια καθορίζονται οι ανάγκες του τέκνου. Σημειώνεται ότι, στη διατροφή μετά το διαζύγιο συνυπολογίζεται και η καθημερινή φροντίδα του παιδιού και η επιμέλεια των υποθέσεών του την οποία το Δικαστήριο αποτιμά σε χρήμα και συνήθως την προσμετρά στο οφειλόμενο ποσοστό διατροφής προς τον γονέα που διαμένει με το παιδί. Η προσφυγή στο Δικαστήριο για την αίτηση διατροφής ανήλικου τέκνου γίνεται από τον γονέα που έχει την επιμέλεια. Η διατροφή προκαταβάλλεται σε χρήμα κάθε μήνα, ενώ αν συντρέχουν ειδικοί λόγοι, το Δικαστήριο μπορεί να επιτρέψει την καταβολή με άλλον τρόπο, όπως σε είδος (π.χ. παροχή στέγης). Δικαστική αναπροσαρμογή της διατροφής χωρεί και σε αυτήν την περίπτωση, εάν μεταβληθούν οι συνθήκες με βάση τις οποίες επιδικάστηκε η διατροφή.


                                                     

Ετικέτες